Για ένα παιδί που κοιμάται
ΓΙΑ ΕΝΑ
ΠΑΙΔΙ ΠΟΥ ΚΟΙΜΑΤΑΙ, ΔΗΜΗΤΡΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
H ποιήτρια
Ο τίτλος

Στιχουργική
Το ποίημα
έχει τα χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης. Ο στίχος είναι ελεύθερος χωρίς
μέτρο και ομοιοκαταληξία και θυμίζει πεζό λόγο. Οι στροφές είναι άνισες, οι
στίχοι δεν έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών και ο ρυθμός του ποιήματος είναι
εσωτερικός.
Γλώσσα-ύφος


Το ύφος
είναι λιτό, ρεαλιστικό και μας προσγειώνει στην πραγματικότητα αλλά και λυρικό
σε μερικά σημεία όπου υπάρχει έντονη συναισθηματική φόρτιση.
Ο
αφηγητής

1η Ενότητα: (Νύχτα................
εκεί μέσα)
Ο
καθημερινός αγώνας για επιβίωση
Είναι νύχτα
και το παιδί- μετανάστης αναγκάζεται να περάσει τη νύχτα του μέσα σε ένα
κλειστό εργοστάσιο ανάμεσα στις μηχανές από τις οποίες κάποιες συνεχίζουν να
κάνουν θόρυβο. Ο ύπνος του παιδιού είναι πολύ δύσκολος και η ανθρώπινη απουσία
έντονη. Η μοναξιά, η έλλειψη χώρου και θέρμανσης, το παλτό του αδελφού του με
το οποίο σκεπάζεται το παιδί φανερώνουν
τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες το παιδί περνάει τη νύχτα.
Το παιδί
περνάει τη μέρα του στα φανάρια περιμένοντας να κερδίσει κάποια χρήματα από
τους οδηγούς και συχνά έρχεται αντιμέτωπο με την αγανάκτηση τους, τη σκληρότητα
, την αδιαφορία και το θυμό τους. Το
παιδί με αυτόν τον τρόπο κερδίζει τίμια αλλά κουραστικά το ψωμί του και το
βράδυ μπορεί να ξεκουραστεί στο εργοστάσιο όπου του δίνει το δικαίωμα να
κοιμηθεί ο νυχτοφύλακας.
2η ενότητα: (Τα
χιονισμένα.......ατμό)
Η ξενιτιά, η
ορφάνια και η κοινωνική περιθωριοποίηση.
Στη δεύτερη
ενότητα η ποιήτρια κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν. Το παιδί θυμάται τα
χιονισμένα βουνά της πατρίδας του, τα χέρια της μητέρας του και το δάσκαλο του
που του μάθαινε Ελληνικά. Το παιδί και στην πατρίδα του ζούσε μάλλον σε κατάσταση
φτώχειας αλλά οι μνήμες παραπέμπουν σε μια απλή και ευτυχισμένη ζωή. Η αναφορά
στην Ελληνική γλώσσα που διδασκόταν το παιδί μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το
παιδί πρέπει να ήταν Ελληνικής καταγωγής.
Μετά από την
αναδρομή στο παρελθόν η ποιήτρια στρέφει ξανά τη ματιά της στο παρόν και στην
πραγματικότητα που συνάντησε το παιδί, όταν έφτασε στην Ελλάδα.
Το παιδί
άκουγε στην πατρίδα του για μια λαμπρή και όμορφη Ελλάδα με ένδοξο και σπουδαίο
παρελθόν. Τώρα όμως είναι αντιμέτωπος με μια άλλη σκληρή πραγματικότητα: η
Ελλάδα για αυτό το παιδί ταυτίζεται με τη ζητιανιά και τα λίγα κέρματα που
κερδίζει για να επιβιώσει, με την αδιάφορη και ταπεινωτική συμπεριφορά που
εισπράττει από τους οδηγούς, με τη σχάρα του ατμού που τον ζεσταίνει και που
είναι η μόνη του παρηγοριά. Η περιορισμένη μη λεκτική επικοινωνία είναι
απόδειξη του οικονομικού και κοινωνικού περιθωρίου το οποίο βιώνει.
Το
εργοστάσιο είναι το μόνο μέρος στο οποίο αισθάνεται καλοδεχούμενος και στο
οποίο δεν έχει να αντιμετωπίσει την κοινωνική απόρριψη και τα προσβλητικά
βλέμματα των οδηγών.
Σχόλια