Νεοελληνικός διαφωτισμός και Ρήγας Βελεστινλής
Νεοελληνικός διαφωτισμός
Νεοελληνικό Διαφωτισμό ονομάζουμε το σύνολο των πνευματικών και συνειδησιακών φαινομένων της νεοελληνικής ιστορίας που συνέβησαν την πεντηκονταετία 1774 – 1821.
Αν και χρονικά η έναρξη του Διαφωτισμού τοποθετείται στις αρχές του
18ου αιώνα, τίθεται ως ιστορικό ορόσημο η Συνθήκη του Κιουτσούκ
Καϊναρτζή (1774) μεταξύ Οθωμανών και Ρώσων, η οποία περιλάμβανε
ευνοϊκούς κυρίως οικονομικούς όρους για τους υπόδουλους λαούς της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γεγονός που επέτρεψε και την πνευματική
ανάπτυξη των Ελλήνων.
Η
περίοδος αυτή της νεοελληνικής ιστορίας χαρακτηρίστηκε από τους
μελετητές ως Νεοελληνικός Διαφωτισμός σε αντιδιαστολή με τον Ευρωπαϊκό
Διαφωτισμό που εμφανίστηκε τον 17ο και 18ο αιώνα στην Ευρώπη και
ιδιαίτερα στη Γαλλία. Διαφωτισμός ή Αιώνας των Φώτων
ονομάστηκε η οικονομική, επιστημονική, πολιτική και γενικότερα
ιδεολογική κίνηση που έθεσε ως στόχο τη βελτίωση της ανθρώπινης
κοινωνίας. Ο Διαφωτισμός υπήρξε ένα πολύ σημαντικό κίνημα που άλλαξε τη
νοοτροπία και τον τρόπο σκέψης σε ολόκληρη την Ευρώπη, επηρέασε σχεδόν
όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και οδήγησε στην Γαλλική
Επανάσταση.
Η
τελευταία δεκαετία του 18ου αιώνα και οι δύο πρώτες του 19ου είναι
χρόνια κρίσιμα και πολύ σημαντικά για το νέο ελληνισμό. Όλα δείχνουν πως
το σκλαβωμένο έθνος προχωρεί προς μια καινούρια σύνθεση και τελικά προς
την απελευθέρωση. Η οικονομική ευημερία, η άνοδος της μεσαίας τάξης, η
διεύρυνση των ενδιαφερόντων, η δίψα για παιδεία και παράλληλα η σταδιακή
εθνική χειραφέτηση και ο πόθος για ελευθερία είναι τα κύρια
χαρακτηριστικά του αναγεννώμενου νέου ελληνισμού.
Η
κοινωνική, οικονομική και πνευματική εξέλιξη εκφράζεται αρκετά έντονα
και στη συγγραφική παραγωγή. Πολυπληθείς εκδόσεις πρωτότυπων ή
μεταφρασμένων έργων, περιοδικά, εφημερίδες αυξάνονται συν τω χρόνω και
δίνουν στους νέους Έλληνες τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με κάθε
είδος γνώσης.
Όσον
αφορά τα ελληνικά Γράμματα, η συγγραφική παραγωγή την περίοδο του
Διαφωτισμού αναφέρεται κυρίως σε ιστορικά και φιλολογικά έργα και πολύ
λιγότερο στη λογοτεχνία. Αυτό ήταν φυσικό αφού ο σκοπός σε εκείνη την
ιστορική στιγμή ήταν να μάθουν οι σκλαβωμένοι ραγιάδες την εθνική και
ιστορική τους καταγωγή και να συνειδητοποιήσουν την ιστορική τους
προοπτική. Γι’ αυτό και την περίοδο του Διαφωτισμού οι λόγιοι στρέφονται
κυρίως προς τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και προσπαθούν με τα έργα
τους να συμβάλουν στην εθνική αυτογνωσία. Ωστόσο, δεν λείπουν και τα
πρώτα αξιόλογα ποιητικά έργα που δείχνουν ακριβώς ότι η αφύπνιση των
συνειδήσεων την περίοδο του Διαφωτισμού απλωνόταν σε όλο το φάσμα του
πνεύματος.
Ρήγας Βελεστινλής
Ο
Ρήγας Βελεστινλής γεννήθηκε το 1757 από εύπορη οικογένεια σ’ ένα
θεσσαλικό κεφαλοχώρι, το Βελεστίνο, από το οποίο πήρε στη συνέχεια και
την επωνυμία του «Βελεστινλής». Η ονομασία «Φεραίος» οφείλεται σε
εξαρχαϊσμό των μεταγενέστερων από την αρχαία πόλη Φερραί, η οποία
βρισκόταν δίπλα στο Βελεστίνο. Αν
και δεν υπάρχουν πολλές μαρτυρίες για τις σπουδές του Ρήγα, είναι
βέβαιο ότι πήρε καλή μόρφωση στα σχολεία των Αμπελακίων και της Ζαγοράς
του Πηλίου, ενώ για ένα διάστημα διετέλεσε δάσκαλος στο χωριό Κισσός του
Πηλίου.
Τα
γεγονότα που έζησε ο Ρήγας κατά τη διάρκεια της εφηβείας του στη
Θεσσαλία ήταν από τα σημαντικότερα της ελληνικής ιστορίας των
προεπαναστατικών χρόνων. Ήταν μόλις δώδεκα χρονών, όταν ξέσπασε η μεγάλη
αναστάτωση στις ελληνικές χώρες, τα Ορλωφικά. Στα είκοσί του χρόνια
περίπου μεταβαίνει στην Κωνσταντινούπολη και γίνεται γραμματικός του
πρώην ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρου Υψηλάντη. Εκεί βρίσκει την ευκαιρία
να μορφωθεί ακόμη περισσότερο, να μάθει ξένες γλώσσες, να γνωρίσει
πρόσωπα και πράγματα της εποχής και του τόπου του και να χαράξει την
πορεία της ζωής του. Αργότερα, εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι ως έμπιστος
γραμματικός του ηγεμόνα Νικόλαου Μαυρογένη, ο οποίος για ένα διάστημα
του εμπιστεύτηκε τη θέση του «καϊμακάμη», δηλαδή επάρχου, διοικητή της
Κραϊόβας. Η
θητεία του στη θέση αυτή συμπίπτει με την έναρξη το 1787 του δεύτερου
ρωσοτουρκικού πολέμου που έλαβε χώρα στην περιοχή της Μολδοβλαχίας. Μετά
την ήττα των Οθωμανών από τους Αυστρορώσους και την κατάληψη του
Βουκουρεστίου, εγκαταλείπει την υπηρεσία του Μαυρογένη και περνά στο
στρατόπεδο των Αυστριακών. Το 1790 πηγαίνει στη Βιέννη, όπου παραμένει
για μισό περίπου χρόνο, εργαζόμενος ως γραμματικός.
Στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα κατορθώνει να τυπώσει τα δύο του πρώτα βιβλία: ΤοΣχολείον των Ντελικάτων Εραστών, μια συλλογή ερωτικών διηγημάτων που είναι ουσιαστικά μεταφράσεις διηγημάτων του Γάλλου συγγραφέα Restif de la Bretonne και και το Φυσικής Απάνθισμα, συνερανισμένο από γαλλικά και γερμανικά βιβλία.
Στις αρχές του 1791 ο Ρήγας επιστρέφει στην Βλαχία και παραμένει εκεί μέχρι και το 1796.
Η ανακωχή μεταξύ Αυστριακών και Τούρκων το 1790 και το τέλος του
ρωσοτουρκικού πολέμου με την υπογραφή της Συνθήκης του Ιασίου το 1792
κάνουν φανερό στους υπόδουλους χριστιανικούς λαούς πως δεν πρέπει να
στηρίζουν τις ελπίδες τους στην Αυστρία και τη Ρωσία. Η Γαλλική
Επανάσταση του 1789 με τα κηρύγματά της βρίσκουν μεγαλύτερο έδαφος
ανταπόκρισης στον Θεσσαλό πατριώτη, ο οποίος την εποχή αυτή μελετάει το γαλλικό επαναστατικό σύνταγμα, μεταφράζει Γάλλους διαφωτιστές, αρχίζει να συνθέτει το Θούριό του και άλλα επαναστατικά τραγούδια και σχεδιάζει τη Μεγάλη Χάρτα της Ελλάδος.
Από
το 1796 και μετά εκδίδει στη Βιέννη τους χάρτες της Κωνσταντινούπολης,
της Βλαχίας, της Μολδαβίας, μέρους της Τρανσυλβανίας και της Ελλάδας και
τα πατριωτικά του τραγούδια Θούριος και Πατριωτικός Ύμνος. «Ο Θούριος
είναι μια επαναστατική φωνή», όπως σημειώνει ο Λίνος Πολίτης, «βαλμένη
σε μέτρα ποιητικά, φωνή όμως που προδίδει έναν πύρινο ενθουσιασμό και
μια ψυχή που πραγματικά φλέγεται». Δεν είναι τυχαίο που ο Θούριος αποτέλεσε το τραγούδι των επαναστατημένων Ελλήνων αργότερα.
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες
ο Ρήγας ετοιμάζει την οριστική του αποχώρηση από τη Βιέννη. Η
προσωπικότητα του Ναπολέοντα και ο άνεμος αλλαγής που φέρνει στη
μοναρχική Ευρώπη είχε διαμορφώσει ένα κλίμα επαναστατικής διέγερσης σ’
όλους τους υπόδουλους λαούς της Ευρώπης. Ο Ρήγας προσπαθεί να
εξασφαλίσει την αρωγή του Ναπολέοντα στα επαναστατικά του σχέδια. Του
απευθύνει επιστολή, θέλοντας να ζητήσει τη συνδρομή του για την
απελευθέρωση της πατρίδας του.
Η τελευταία φάση προετοιμασίας του Ρήγα συνδέεται με τα δύο επαναστατικά κείμενα, τα οποία τύπωσε το 1797 σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων:
1) Το Επαναστατικό Μανιφέστο, ένα τετρασέλιδο που τυπώθηκε σε 3.000 αντίτυπα και εκκινεί με το σύνθημα «Ελευθερία – Ισοτιμία - Αδελφότης» και περιλαμβάνει την Προκήρυξη, ένα ένθερμο πατριωτικό κείμενο, τη Νέα πολιτική Διοίκηση των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας, το οποίο απαρτίζεται από τα «Δίκαια του Ανθρώπου και του πολίτου», το κυρίως «Σύνταγμα» και το «Παράρτημα».
2) Το Στρατιωτικόν Εγκόλπιον,
μια συναγωγή στρατιωτικών κανονισμών που προέρχονται από γερμανικό
εγχειρίδιο πολέμου και συνοδεύεται από ένα επαναστατικό προοίμιο
δημοκρατικής κατήχησης.
Τα
δύο αυτά επαναστατικά έντυπα εστάλησαν στην Τεργέστη στο φίλο του Ρήγα
Αντώνη Κορωνιό, με σκοπό να τα παραλάβει ο ίδιος για να τα διοχετεύσει
στην πατρίδα. Ο ίδιος ο Ρήγας έστειλε επιστολή στο φίλο του για να τον
ενημερώσει για την αποστολή των εντύπων, αλλά για κακή του τύχη η
επιστολή του, λόγω απουσίας του φίλου του, έπεσε στα χέρια του
συνεταίρου του Κορωνιού, Δημητρίου Οικονόμου, ο οποίος και τους κατέδωσε
στην αυστριακή αστυνομία.
Ο Ρήγας συνελήφθη μόλις έφθασε στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου 1797. Το βράδυ της 30ής Δεκεμβρίου,
όταν επρόκειτο να μεταφερθεί στη Βιέννη αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει
αυτοτραυματιζόμενος. Κατόρθωσε να αναβάλει για λίγο τη μεταγωγή του στη
Βιέννη και παρά τις προσπάθειές του να απελευθερωθεί μέσω του Γάλλου
προξένου στην Τεργέστη, οδηγήθηκε τελικά στη Βιέννη και παραδόθηκε στους
Τούρκους στις 10 Μαΐου 1798 μαζί με τους συντρόφους του. Μετά από
ολιγοήμερη φυλάκιση και φρικτά βασανιστήρια στις 24 Ιουνίου 1798 θανατώθηκε με τους συντρόφους του και τα σώματά τους ρίχτηκαν στο Δούναβη. Οι τουρκικές αρχές διέδωσαν ότι οι οκτώ δεσμώτες απέδρασαν.
Σχόλια