Ο ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ

Σινόπουλος Τάκης

Ο Τάκης Σινόπουλος γεννήθηκε στην Αγουλινίτσα της Ηλείας, σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως γιατρός παθολόγος. Συμμετείχε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο αλλά και στον εμφύλιο, υπηρετώντας ως στρατιωτικός γιατρός.
Στο ποιητικό έργο του Σινόπουλου εκφράζονται με τρόπο δραματικό οι τραυματικές εμπειρίες από την εμφύλια σύρραξη και η απόγνωση του ανθρώπου για την αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας. Ακόμα η βαθιά μοναξιά αλλά και η υπαρξιακή αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου.
Ιδιαίτερα διαυγής και με διαφανή σύμβολα εμφανίζεται ο ποιητικός λόγος του Σινόπουλου στον οποίο οι επιδράσεις του Σεφέρη είναι φανερές. Έτσι στην πρώτη του συλλογή με τον τίτλο Μεταίχμιο (1951) ο ποιητής παρουσιάζει το σκηνικό όπου διαδραματίζεται η αναγνώριση του Ελπήνορα από το σύντροφό του. Ο Ελπήνορας, ένα μυθικό αρχέτυπο, γίνεται το σύμβολο του σύγχρονου ανθρώπου μέσα σε ένα οδυνηρό σκηνικό, το «τοπίο θανάτου», όπως το αποκαλεί ο ποιητής. Αυτό το τοπίο, κατοικείται από τους σκοτωμένους φίλους του κατά τη διάρκεια του πολέμου και του εμφυλίου. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ποιητής μιλά για την ύπαρξη μέσα από το θάνατο.

 Κορυφαίες θεωρούνται οι ποιητικές του συλλογές Νεκρόδειπνος (1971) και Το Χρονικό (1975), όπου η μνήμη ανακαλεί μέσα σε όνειρο τα φαντάσματά της, κυρίως αυτά του εμφυλίου, που δένονται με το παρελθόν του ποιητή και προβάλλεται με ποιητικό τρόπο η τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Σε αρκετά σημεία αυτών των συλλογών είναι εμφανείς οι αναφορές στις εμπειρίες από τη δικτατορία.

 Παρατηρώντας το έργο του Σινόπουλου στο σύνολό του, ο αναγνώστης διαπιστώνει τη διαρκή αναζήτηση καινούριων εκφραστικών τρόπων. Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα κριτικά του κείμενα στα οποία εμπεριέχονται κριτικές και για πολλούς συγχρόνους του και δημοσιεύτηκαν σε έγκυρα λογοτεχνικά περιοδικά.

 Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Αγγλικά, Γαλλικά, Ιταλικά, Γερμανικά.

Πηγή: http://www.potheg.gr/TT.aspx?writerId=7710949&Type=WRITER&lan=1&TextType=BIO

 Τα πρώτα ποιήματα του Σινόπουλου ανακαλούν ζωηρά αυτό που ο ίδιος αποκάλεσε, στον πρώτο στίχο του πρώτου ποιήματος που δημοσίευσε, τοπίο θανάτου, και η ποίησή του ακροβατεί στο χώρο του τίτλου των δύο πρώτων συλλογών του, στο ‘μεταίχμιο’. Αυτό το έρημο τοπίο, το οποίο στα πρώτα ποιήματα φανερά οφείλεται στην επίδραση της Έρημης Χώρας του Έλιοτ, μέσω του Σεφέρη, κατοικείται από τα φαντάσματα των φίλων του ποιητή και των γνωστών του, που σκοτώθηκαν στη διάρκεια του Πολέμου και του Εμφυλίου, μερικές φορές δε ταυτίζονται με μυθικά πρόσωπα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον Σινόπουλο ο Ελπήνωρ, ο ευαίσθητος νεαρός σύντροφος του Οδυσσέα στην Οδύσσεια, τον οποίον χρησιμοποίησαν και ο Σεφέρης και ο Έζρα Πάουντ, έλαβε κεντρική θέση για πρώτη φορά στο ποίημα που φέρει ως τίτλο το όνομά του. Σε αντίθεση με την αλαζονική μεταχείριση αυτού του άτυχου και απλοϊκού νεαρού (στον οποίο ο Όμηρος αναφέρθηκε με συντομία) από τον Σεφέρη, η ποίηση του Σινόπουλου είναι στο σύνολό της εμμέσως αφιερωμένη στα συνηθισμένα και αφανή θύματα μιας πολεμικής κατάστασης που δεν προσφέρει περιθώριο για ηρωισμούς.


Κοινωνική ποίηση. Ο Σινόπουλος, τουλάχιστον στα πρώτα του ποιήματα, αντιμετώπιζε την πραγματικότητα της εποχής του μέσα από το σεφερικό πρίσμα της προβολής μυθικών αρχετύπων. Οι κοινωνικοί ή πολιτικοί ποιητές περιέγραψαν και εισήγαγαν στο έργο τους εκείνης της περιόδου το ίδιο τοπίο θανάτου, αλλά με τρόπο πιο άμεσο και ρεαλιστικό, που αποτελεί σημαντικό νεοτερισμό στην ποίηση του 20ού αιώνα. Με αυτόν το ριζοσπαστικό τρόπο ανταποκρίθηκαν οι ποιητές στο ερώτημα που διατύπωσε ο Θέμελης στα 1945, αλλά απασχολούσε και άλλους νεαρούς ποιητές, κυρίως της Αριστεράς, που είχαν αρχίσει να συνθέτουν στη διάρκεια της Κατοχής. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης (γεν. 1925) εξέδωσε την πρώτη συλλογή του το 1945, ο Άρης Αλεξάνδρου (ψευδώνυμο του Α. Βασιλειάδη, 1922 1978) και ο Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988) το 1946. Αυτοί οι ποιητές, μαζί με άλλους, μεταξύ των οποίων διακρίνεται ο Τίτος Πατρίκιος (γεν. 1928), με την πρώτη συλλογή του μόλις το 1954, είχαν αναμειχθεί ενεργά στην Αντίσταση. Και οι τέσσερεις που αναφέρθηκαν, φυλακίστηκαν στη διάρκεια του Εμφυλίου και τα επόμενα χρόνια, εξαιτίας των αριστερών τους πεποιθήσεων.

Beaton Roderick, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία    

Ο Τ. Σινόπουλος έζησε τα εφηβικά και μετεφηβικά του χρόνια στην πιο κρίσιμη περίοδο της εποχής μας: μεταξική δικτατορία μέσα σ' ένα κλίμα διεθνούς αγωνίας κι αβεβαιότητας. Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, πόλεμος του '40· Κατοχή, εμφύλιος πόλεμος με τις εκβλαστήσεις του στη δεκαετία του '50 με '60. Όλη αυτή η εφιαλτική ατμόσφαιρα των ήμερων του θα περάσει στην ποίησή του σαν απόσταγμα κατεργασίας καθαρά αισθητικής. Με έμπειρη εκμετάλλευση των παραδοσιακών στοιχείων, η λυρική του ιδιοσυγκρασία θα φορτίσει τους στίχους του απ την πρώτη ποιητική του συλλογή με λόγο πλούσιο και σφριγηλό, θ’ ανανεώσει το επίθετο και θα το αναδείξει σε στοιχείο λειτουργικό. Η αναστροφή του εξάλλου με σύγχρονους και παλαιούς ποιητές θα διοχετεύσει στην ποίησή του ένα πλήθος συμβόλων και προσωπείων, που θα κινηθούν μες στον εφιαλτικό και ονειρικό τους κόσμο. Οι πρώτες σταθερές του είναι ήδη εμφανείς ταλάντευση ανάμεσα στη λιτότητα και τη συναισθηματική αμεσότητα («Εκείνος ο Φίλιππος») και την πληθωρικότητα ενός λόγου αφηγηματικού, όπου τα πρόσωπα ζουν τη δική τους ζωή κι ο ποιητής συνεχώς μονολογεί ή διαλέγεται μαζί τους. Τα πρόσωπα αυτά θα επανέλθουν και στις άλλες συλλογές και θα γίνουν σύμβολα των ψυχικών καταστάσεων και των προβληματισμών του. Είναι ο Ελπήνωρ, η Ελένη, ο Ιάκωβος, ο Φίλιππος, η Λεονώρα. Οι εμφανίσεις τους του δίνουν την ευκαιρία να γράψει την ιστορία της εποχής του και τη δική του. Δημιουργούν, μπορούμε να πούμε, τη δική τους πραγματικότητα, που στέκει ανάμεσα στον ποιητή και την κοινωνική πραγματικότητα, μόνιμο υπόβαθρο της.

Ο Τ. Σινόπουλος έζησε μακριά απ' τα στενά κομματικά και ιδεολογικά ρεύματα του καιρού του, η ευαισθησία του όμως τον έφερε πάντοτε αντιμέτωπο με τα αιώνια και καυτά προβλήματα της πατρίδας του και του ανθρώπου. Η σύγχρονη βαρβαρότητα με τις διάφορες μορφές της, ο έρωτας στη διαλεκτική του σχέση ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα, η ζωή κι ο θάνατος, οι ιστορικές περιπέτειες του λαού μας απ΄ την Κατοχή ως τις μέρες μας, η μοναξιά και η αγάπη, θα περάσουν στην ποίηση του σε εικόνες χαοτικές, θα σφηνωθούν υπαινικτικά στους στίχους ή τις λέξεις, θ αρθρωθούν σε πρόσωπα που μιλούν ή κινούνται πάντοτε πίσω απ’ τα σύμβολα τους· Πρόσωπα με διπλή πολλές φορές υπόσταση, όπως ο Ελπήνωρ και η Ελένη, θα φέρουν στην επιφάνεια την ιδιωτική τους ιστορία. Ο ομηρικός Ελπήνωρ λ.χ. μεταμορφώνεται στον Μπίλια του μετώπου. Και οι δυο τους εκφράζουν μιαν ολόκληρη εποχή, αιωρούνται στην ψυχή του ποιητή σαν βασανιστική τύψη και ζητούν δικαίωση. Θα πλάσουν το δικό τους κόσμο, όπου η σκηνογραφία είναι περίπου η έξης: αδυσώπητος ήλιος, φως που σκάβει ακατάπαυστα και βαθουλώνει τη γη, σιγή απέραντη, αρυτίδωτη, πηχτή και η νύχτα «η πιο φριχτή που γνώρισα ως τα σήμερα / γιομάτη από ρωγμές που κόβανε τα χέρια μου / σκέπαζε την εφήμερη όψη των πραγμάτων / κι άγγιζε το φανταστικό» («Ελένη»). Αυτά τα σύμβολα και τα προσωπεία θα περάσουν και στις υπόλοιπες συλλογές, για να δώσουν τελικά τη θέση τους στα ίδια τα πράγματα και τα πρόσωπα. 
Ο Τ. Σινόπουλος βρέθηκε ως τα σήμερα στην πρωτοπορία της μεταπολεμικής μας ποίησης. Ανήκει στους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της. Δεν κατέφυγε σε κραυγαλέα συνθήματα, αλλά στον ποιητικό κόσμο των συμβόλων, που έγινε το μεγεθυντικό αντιφέγγισμα του πραγματικού. Μπορεί σήμερα να 'χει φτάσει στον αντίποδα της γραφής των νεανικών του χρόνων. Για να φτάσει όμως εκεί, δημιούργησε ένα ολόκληρο δάσος που πολύ μοιάζει με την κόλαση του Δάντη. Η περιδιάβασή του μέσα σ αυτή την κόλαση συμβολίζει την ανθρώπινη και τη δική του περιπέτεια, τα διαψευσμένα όνειρα.
Καρβέλης Τάκης, Δεύτερη ανάγνωση. Δοκίμια
 
Αθήνα 1984, Καστανιώτης, «Τάκης Σινόπουλος. Συλλογή Ι (1951-1964)», σσ. 71-75

Τάκης Σινόπουλος «Ο καιόμενος»



Κοιτάχτε! μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ’ το πλήθος.

Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν

στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του

μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.

Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.

Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;

Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.

Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.

Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.

Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

Γινόταν ήλιος.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές

άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.
Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο. 

Το ποίημα ανήκει στη συλλογή "Μεταίχμιο Β", 1957. Η συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα της περιόδου 1949-1955 και παρουσιάζει τα βιώματα του ποιητή από την περίοδο του εμφυλίου πολέμου αλλά και από τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων είναι ακόμα ανοιχτές οι πληγές του εμφύλιου σπαραγμού.
Το ποίημα αναφέρεται στο φαινόμενο της αυτοπυρπόλησης που είναι μια έσχατη μορφή διαμαρτυρίας των ανθρώπων που είναι πρόθυμοι να θυσιαστούν για να υπερασπιστούν τις ιδέες τους.
 

Ο ποιητής βρίσκεται ανάμεσα σ'ένα πλήθος ανθρώπων. Ξαφνικά κάποιος από το πλήθος βλέπει οτι ένας άνθρωπος ρίχνεται στη φωτιά και σπεύδει να ενημερώσει του υπόλοιπους. Όλοι στρέφουν τα μάτια στον καιόμενο και παρακολουθούν με έκπληξη και απορία. Μα ποιος ήταν ο καιόμενος; Ήταν αυτός που αρνήθηκε να ακούσει το πλήθος, όταν προσπάθησαν να τον πλησιάσουν, να του μιλήσουν, να τον συμβουλέψουν. Και τώρα καίγεται αλλά δεν διαμαρτύρεται και δεν ζητά βοήθεια. Βιώνει τον πόνο του σιωπηλά, με υπομονή και αυτοσυγκράτηση.
Ο ποιητής στην αρχή παραξενεύεται, αναρωτιέται ποιος είναι αυτός και πώς είναι δυνατό να μην πονά.Θέλει να πλησιάσει και να αγγίξει τον καιόμενο όμως οι συνθήκες της εποχής είναι δύσκολες.Ο φόβος και η ανελευθερία είναι τα κυρίαρχα στοιχεία. Το πλήθος συμβουλεύει τον ποιητή να μην ανακατεύεται με ξένες υποθέσεις γιατί έτσι μπορεί να θέσει τη ζωή του σε κίνδυνο.
Και η θυσία του καιόμενου συνεχίζεται....Και όσο εξαφανιζόταν το σώμα του τόσο το πρόσωπο του άστραφτε, γινόταν ήλιος. Ο καιόμενος μετατρέπεται  σε σύμβολο αυτοθυσίας και ηρωισμού.
Ο ποιητής διαπιστώνει οτι σε όλες τις εποχές κάποιοι επιλέγουν το δρόμο της έμπρακτης υπεράσπισης των ιδανικών και των αξιών τους , το δρόμο της διαμαρτυρίας και της θυσίας και άλλοι παραμένουν απλοί θεατές των γεγονότων.
Ο ποιητής βρίσκεται μπροστά σ'ένα δίλημμα και βιώνει ένα τραγικό αδιέξοδο. Συμπαρίσταται ψυχικά στον καιόμενο όμως δεν βρίσκει το κουράγιο ν'ακολουθήσει τη θυσία του καιόμενου και παραμένει απλώς ένας από το πλήθος.

Ο τόπος και ο χρόνος του ποιήματος: Η Ελλάδα των μετεμφυλιακών χρόνων, μια χώρα σκοτεινή και δύσκολη, μια χώρα ανελεύθερη στην οποία κυριαρχεί ο φόβος και η σιωπή.

Ο καιόμενος
Είναι ένας ιδεολόγος, προσηλωμένος στις αξίες, στα πιστεύω του και στα ιδανικά του. Στραμμένος σε άλλα οράματα αρνείται να ακούσει το πλήθος και ακολουθεί το δικό του, μοναχικό δρόμο, το δρόμο της περηφάνιας και της αξιοπρέπειας.Πλήρως συνειδητοποιημένος και αποφασισμένος ρίχνεται στη φωτιά και υποφέρει με αυτοσυγκράτηση, υπομονή και θάρρος το μαρτύριο του.Δεν επιλέγει ένα συνηθισμένο τρόπο αυτοκτονίας αλλά την πυρπόληση και αυτό μαρτυρά τη βαθιά του πίστη στην ιδεολογία του. Κατορθώνει να ξεπεράσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και προσφέρει τον εαυτό του θυσία στην αφύπνιση του συνόλου.Καθώς η θυσία του συνεχίζεται, ο καιόμενος μετατρέπεται σε σύμβολο του κάθε ανθρώπου που αγωνίζεται υπερασπιζόμενος τα ιδανικά του, αγωνιζόμενος ενάντια την καταπίεση και στον φόβο και αντιδρώντας σε μια κοινωνία που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για μια καλύτερη ζωή.
Το πλήθος
Το πλήθος αρχικά δείχνει έκπληξη, θαυμασμό και περιέργεια για την πράξη του καιόμενου. Όμως όλα αυτά είναι τελείως επιφανειακά. Η αδιαφορία τους  αγγίζει τα όρια της εχθρότητας.Οι άνθρωποι του πλήθους δεν είναι πρόθυμοι ούτε να εμπλακούν σ'αυτήν την υπόθεση ούτε ν'ακολουθήσουν την πράξη του καιόμενου. Η στάση τους μπορεί να οφείλεται στον φόβο, στην καταπίεση και στην έλλειψη ελευθερίας εκείνης της εποχής. "Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή και δύσκολη".......Όμως ίσως να πρόκειται για ανθρώπους αδιάφορους, απαθείς και εφησυχασμένους, ανθρώπους βολεμένους που δεν θα ήθελαν να θυσιάσουν κάτι από τον εαυτό τους ούτε να ριψοκινδυνεύσουν για να διαμαρτυρηθούν για τα κακώς κείμενα της εποχής τους.
Ο ποιητής
Ο ποιητής είναι ένας από το πλήθος αλλά διαφέρει από αυτό. Είναι ένας άνθρωπος προβληματισμένος που εκφράζει τους στοχασμούς του, αναρωτιέται, σχολιάζει. Θέλει ν'αγγίξει τον καιόμενο, συμπάσχει μ'αυτόν. Η πράξη του δεν τον αφήνει απαθή. Όμως αντιμετωπίζει ένα τραγικό δίλημμα, διχάζεται. Είναι μέσα και έξω από το πλήθος ταυτόχρονα. Στο τέλος δεν βρίσκει το κουράγιο να ξεπεράσει τον εαυτό του, να κάνει ένα βήμα παραπάνω. Κατανοεί πόσο σημαντική είναι η θυσία του καιόμενου για την αφύπνιση των υπόλοιπων όμως αυτός παραμένει ένας από το πλήθος, ένας θεατής της θυσίας του καιόμενου. Ο φόβος έχει φωλιάσει στις ψυχές των ανθρώπων και οι  μορφές αντίδρασης και αντίστασης δύσκολα εκδηλώνονται. Άλλωστε έτσι συμβαίνει σε κάθε εποχή: κάποιοι θυσιάζονται για το κοινό καλό και κάποιοι απλώς χειροκροτούνε.
Ο τίτλος:"Ο καιόμενος"
Ο καιόμενος είναι :
  • κάθε άνθρωπος που αυτοπυρπολείται για να εκφράσει την προσωπική του διαμαρτυρία για τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εποχής του.
  • κάθε άνθρωπος που βρίσκεται μπροστά σ'ένα αδιέξοδο, που δεν του αρέσει το περιβάλλον στο οποίο ζει αλλά δεν έχει τρόπο ν'αντιδράσει.Είναι αυτός που μοιράζεται ανάμεσα στην επιθυμία να πλησιάσει στη φωτιά και τη φοβισμένη συμμόρφωση και αποδοχή των καταστάσεων και γεγονότων.
  • ο ίδιος ο ποιητής που "καίγεται" καθώς αντιμετωπίζει ένα τραγικό δίλημμα και δεν ξέρει τι να κάνει, τι να επιλέξει.
Γλώσσα του ποιήματος
  • Γλώσσα καθημερινή αλλά υποβλητική.
  • Λόγος μικροπερίοδος στον οποίο κυριαρχούν τα ρήματα και τα επίθετα είναι λιγοστά.
  • Χρήση πολλών ρηματικών προσώπων(α,β,γ).
  • Χρήση διαφορετικών χρόνων(ενεστώτας, παρατατικός, αόριστος).
  • Χρήση εικόνων και συμβόλων(καιόμενος, φωτιά, ήλιος, χώρα σκοτεινή και δύσκολη).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΡΑΨΩΔΙΑ Ζ 369-529

Η ΑΝΝΑ ΤΟΥ ΚΛΗΔΟΝΑ

Ευριπίδη Ελένη-Β επεισόδιο, 4η σκηνή