25η Μαρτίου 1821
Μπήκε
ένα φουστανελάς με τσακισμένο χέρι.
Ήρθε
και κάθισε μαζί μου να πιει ένα ρακί.
Σε
λίγο μεθυσμένοι πιάσαμε το χορό και τραγουδούσαμε
τραγούδια
ελληνικά.
Ο
Ήλιος εβασίλεψε, Έλληνά μου, και το φεγγάρι εχάθη.
Πίναμε
και χορεύαμε όλη νύχτα και
σαν
καθίσαμε του λέω:
Πού
το τσάκισες αυτό το χέρι;
-Στους
Μύλους τ΄ Αναπλιού
-
Γιατί το τσάκισες;
-
Γι αυτήνη την πατρίδα. Και τώρα, δικαιοσύνη δε βρίσκω από κανέναν. Ματαιοδοξία
και ιδιοτέλεια, ένα δίχτυ πνιγηρό, δόλος κι απάτη.
ώσπου
με πήρε το παράπονο κι έκλαψα κι εγώ.
-Γιατί
το τσάκισα το χέρι μου με ρωτάς.
Δεν
ήθελα χρήματα και πλούτη,
ήθελα
Σύνταγμα δια την πατρίδα μου να κυβερνηθεί με νόμους και όχι με το «έτσι θέλω».
Μία
βραδυά έκανα την προσευχή μου , λυπημένος πολύ για την κατάσταση της πατρίδος,
κι έπεσα και κοιμήθηκα….
Οι
κόλακες αγαπούν τους κόλακες και οι ψεύτες τους ψεύτες.
Θέλουν
την αλήθεια , μα όποιος την πει κινδυνεύει.
Αλήθεια,
αλήθεια, πικρή οπού είσαι!
Ούτε
ο βασιλείς σε ζυγώνουν , ούτε οι προκομμένοι∙ μόνον ρωτούν γιά σένα και ύστερα
σε κατατρέχουν !
Εγώ,
εγώ, εγώ, ο καθένας λέγει εγώ.
Ξέρετε
πότε να λέγη ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φτιάξει, ή χαλάσει ,
να λέγει εγώ∙ όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φτιάχνουν, τότε, να λένε
«εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» και όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να
μάθουμε γνώση, αν θέλουμε να φτιάξουμε χωριό, να ζήσουμε όλοι μαζί.
Είμαστε
εις το «εμείς» και όχι εις το «εγώ».
Σχόλια